Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2013

Ο GRIFFITH ΚΑΙ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ


"Πόσοι από τους ηθοποιούς του θεάτρου μπορούν να σε κάνουν να πιστεύεις πως ενσαρκώνουν αληθινούς ανθρώπους; Ασφαλώς κι 'ερμηνεύουν' (they 'act'), με άλλα λόγια χρησιμοποιούν πολλές χειρονομίες και κάνουν πολλούς ήχους που δε βλέπουμε ή δεν ακούμε ποτέ στην πραγματική ζωή. Ως προς το εύρος και την κομψότητα, τη χαρακτηρολογική ανάπτυξη, τη γρήγορη μετάβαση από τη μία συναισθηματική διάθεση στην άλλη, δε ξέρω καμία ηθοποιό στην αμερικάνικη σκηνή, και δεν με νοιάζει πόσο διάσημη είναι, που μπορεί έστω να πλησιάσει τη δουλειά μερικών από τις ηθοποιούς του κινηματογράφου. Πού είναι η ηθοποιός που με ένα απλό κοίταγμα ή ένα φευγαλέο πέρασμα του χεριού από το μέτωπο, μπορεί να μεταδώσει στο θεατή τα μισά από τα συναισθήματα που γεννούν η Mary Pickford ή η Blanche Sweet;".

Η παραπάνω δήλωση του Griffith, σε συνέντευξη δημοσιευμένη τον Ιανουάριο του 1914 στην New York Dramatic Mirror, μαρτυρά την ειδική σχέση του σκηνοθέτη με τους ηθοποιούς του, και δη τις γυναίκες. Υπήρχε μια ανταλλαγή αμοιβαία που ξεπερνούσε το δίπολο μαθητή-δασκάλου, αν και ο σεβασμός παρέμενε μέχρι τέλους ένα αναπόσπαστο στοιχείο: ακόμα και μετά από δέκα χρόνια συνεργασίας, η Lilian Gish εξακολουθούσε να του απευθύνει το λόγο ως Mr. Griffith. Η εμπιστοσύνη ήταν, ωστόσο, το βασικό χαρακτηριστικό: εκείνες ήξεραν ανά πάσα στιγμή πως βρίσκονταν στα καλύτερα χέρια, κι εκείνος δε δίσταζε να θέτει όλο το συνεργείο στην υπηρεσία της εκλεκτής κάθε φορά πρωταγωνίστριας. Το αποτέλεσμα είναι η γέννηση της έννοιας της κινηματογραφικής σταρ (όπως και το κάπως υποτιμητικό υπό-είδος της στάρλετ) από την εποχή κιόλας των μικρού μήκους ταινιών της Biograph.

Ιδού οι σημαντικότερες γυναίκες στη ζωή και το έργο του D.W. Griffith. Ο καθένας ας επιλέξει τη δική του αγαπημένη.


                                                             Mary Pickford


Η γεννημένη στον Καναδά ηθοποιός έγινε η πρώτη ευρέως αναγνωρίσιμη φιγούρα στο αμερικάνικο σινεμά. Τα προσωνύμιο "America's Sweetheart" τη συνόδεψε από τα πρώτα της βήματα και μαρτυρούσε την περσόνα του κοριτσιού της διπλανής πόρτας, που η Pickford έχτισε με απόλυτη επιτυχία. Ωστόσο, ο Griffith την αντιμετώπιζε πάντοτε με σεβασμό στα όρια του δέους και δεν έχανε ευκαιρία να μιλάει για το ταλέντο της. Ήταν άλλωστε εκείνος που την έφερε στην μεγάλη οθόνη. Έως το 1909, ήταν αποκλειστικός ηθοποιός του Broadway, μέχρι που παρουσιάστηκε στο casting για την ταινία Pippa Passes. Αν και τελικά δεν κέρδισε το ρόλο, ο Griffith την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και έσπευσε να τη δεσμεύσει με συμβόλαιο στη Biograph. Μάλιστα, ενώ όλοι οι υπόλοιποι ηθοποιοί της εταιρείας αμείβονταν με μεροκάματο πέντε δολάρια, μόνη εκείνη εισέπραττε τα διπλάσια, κατόπιν προσωπικής εντολής του Griffith. Μόνο το 1909 εμφανίστηκε σε 51 φιλμ, ενώ η τελευταία της συνεργασία με τον μεγάλο σκηνοθέτη ήταν στο The New York Hat του 1912. Ωστόσο, οι δυο τους παρέμειναν στενοί φίλοι και το 1919 ήταν αμφότεροι συνιδρυτές της United Artists. Καθόλη τη δεκαετία του 10, ο μόνος ηθοποιός που συναγωνιζόταν σε αναγνωρισιμότητα την Pickford, ήταν ο Chaplin. Στο συμβόλαιό της υπήρχε πάντοτε ρητός όρος που της επέτρεπε να έχει τον τελικό λόγο σε όλες τις φάσεις της δημιουργίας κάθε ταινίας, από το γύρισμα μέχρι τη διανομή, δημιουργώντας έτσι συνήθειες και πρακτικές που οι κινηματογραφικοί σταρ ακολουθούν μέχρι τις μέρες μας. Γνωστή για τη γενναιοδωρία της, υπάρχουν πάρα πολλοί ηθοποιοί του βωβού σινεμά που οφείλουν σε εκείνη την αρχή της καριέρας τους - ανάμεσά τους και οι αδελφές Gish που η Pickford σύστησε στον Griffith το 1912.  

Καλύτερες ερμηνείες σε σκηνοθεσία D.W. Griffith: The New York Hat (1912), Friends (1912), Just Like a Woman (1912).


                                                             Blanche Sweet


Γεννημένη λίγους μήνες μετά την πρώτη, θρυλική προβολή των αδελφών Λυμιέρ στο Παρίσι, η Blanche Sweet ξεκίνησε την καριέρα της ως ηθοποιός του θεάτρου μόλις στα τέσσερά της χρόνια (μάλιστα σε εκείνο το θίασο, συμπρωταγωνιστής της ήταν ο πατέρας του Lionel Barrymore, άλλος ένας σταθερός συνεργάτης του Griffith). Έτσι, όταν το 1909 υπέγραψε σε ηλικία 13 χρονών (!!!) συμβόλαιο με την Biograph, ήταν ήδη έμπειρη στη δουλειά της και δεν έχανε ευκαιρία να το δείχνει. Ενεργητική και δυναμική, η παθιασμένη παρουσία της ερχόταν σε άμεση σύγκρουση με το πρότυπο του εύθραυστου, ευάλωτου θηλυκού, που ο Griffith αρεσκόταν να σκιαγραφεί στα φιλμ του. Η εμφάνισή της στο The Lonedale Operator (1911) προκάλεσε αίσθηση και την ανέδειξε ως βασική ανταγωνίστρια της Pickford για την επιλογή των πρωταγωνιστικών ρόλων. Όμως, ήταν στο The Painted Lady (1912) που, με τη συγκλονιστική της δουλειά, χάρισε στο σινεμά την πρώτη πραγματικά σπουδαία ερμηνεία στην ιστορία του. Σε μια εποχή ερμηνευτικής υπερβολής, η ηρωίδα της απορροφούσε τον πόνο που αντιμετώπιζε και άφηνε μόνο υπόνοιες των τραυμάτων που εκείνος προκαλούσε. Όταν το 1914 ο Griffith πήρε την πολυπόθητη έγκριση της Biograph για τη δημιουργία της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του, The Judith of Bethulia, ο πρώτος ρόλος πήγε στη Sweet κι εκείνη τον δικαίωσε, μιας και η ερμηνεία της παραμένει από τα βασικά στοιχεία που ανταμείβουν το σύγχρονο θεατή του φιλμ εκείνου. Ο βασικός γυναικείος ρόλος τoυ The Birth of a Nation, εκείνος της Elsie Stoneman προοριζόταν για τη Sweet, ωστόσο ο Griffith αποφάσισε την τελευταία στιγμή να προτιμήσει τη Lilian Gish. Η πίκρα της ήταν τέτοια ώστε, παρά την μακρόχρονη καριέρα της στην μεγάλη οθόνη, δε συνεργάστηκε ποτέ ξανά με το σκηνοθέτη που την ανέδειξε.  

Καλύτερες ερμηνείες σε σκηνοθεσία D.W. Griffith: The Painted Lady (1912), Judith of Bethulia (1914), The Lonedale Operator (1911)


                                                            Mae Marsh


Η είσοδος της Mae Marsh στον κινηματογράφο ήταν θέμα τύχης αλλά και κρυφής επιμονής. Η μεγαλύτερη αδελφή της, Marguerite, ήταν ηθοποιός της Biograph και η Mae την ακολουθούσε καθημερινά στα γυρίσματα, δουλεύοντας μάλιστα συχνά κι ως πωλήτρια στα στούντιο. Μια μέρα σαν όλες τις άλλες, ο Griffith την εντόπισε ανάμεσα στο πλήθος, αποφάσισε ενστικτωδώς να της δώσει ένα ρόλο (στο The Sands of Dee) κι από εκείνη τη στιγμή, έγινε μία από τις αγαπημένες του ηθοποιούς. Όταν ο σκηνοθέτης άρχισε να μεταφέρει στο σελιλόιντ τα πιο φιλόδοξα οράματά του, η Marsh ήταν σταθερή συνεργάτης. Μετά από ένα δεύτερο ρόλο στο Judith of Bethulia, ο Griffith θα της εμπιστευθεί πρωταγωνιστικούς ρόλους στα πιο φιλόδοξα και πλέον διάσημα μέχρι και σήμερα φιλμ του, τα The Birth of a Nation και Intolerance. Στο πρώτο, ως Flora Cameron, δίνει μια συνταρακτική ερμηνεία, σημαδεύοντας μάλιστα την καλύτερη σεκάνς του έργου (και μια από τις καλύτερες σε όλη την καριέρα του Griffith), όταν προκειμένου να μην υποκύψει στις επιθυμίες του αδίστακτου Gus, θα πηδήξει στο κενό. Μετά το Intolerance, θα απομακρυνθεί από το σκηνοθέτη, υπογράφοντας ένα τεράστιο συμβόλαιο με τον Samuel Goldwyn (με αμοιβή 2500 δολάρια ανά βδομάδα), αλλά κανένα επόμενο φιλμ της δε θα γνωρίσει ιδιαίτερη επιτυχία, μέχρι την έλευση του ομιλούντος τουλάχιστον, οπότε και η καριέρα της θα γνωρίσει μια νέα άνθιση.

Καλύτερες ερμηνείες σε σκηνοθεσία D.W. Griffith: The Birth of a Nation (1915), Intolerance (1916), Home Sweet Home (1914)


                                                                Lillian Gish


Αν ο D.W. Griffith είναι ο Leonardo da Vinci του κινηματογράφου, τότε η Lillian Gish είναι η Mona Lisa του. Η πιο θρυλική γυναικεία παρουσία στο βωβό σινεμά, θα δει το όνομά της να συνοδεύει μια σειρά από μύθους πρωταρχικούς της κινηματογραφικής τέχνης. Διασημότερος όλων, η φημολογούμενη εφεύρεση του close up από τον Griffith που, παθιασμένος από έρωτα για την πρωταγωνίστριά του, ήθελε να πλησιάσει την κάμερα όσο πιο κοντά γινόταν στο πρόσωπό της.  Μαζί με την μικρότερη αδερφή της, Dorothy, εμφανίστηκαν για πρώτη φορά σε ταινία του σκηνοθέτη με το The Unseen Enemy, το 1912. Η συνέχεια έχει γραφτεί με χρυσά γράμματα στις σελίδες της κινηματογραφικής ιστορίας. Ήδη από την εποχή της Biograph, η Gish στοιχειώνει την μεγάλη οθόνη με το ευφυές μα ναζιάρικο βλέμμα της και τις υπόγειες, πολυεπίπεδες ερμηνείες της. Έχοντας σταθερή παρουσία σε όλες τις μεγάλες παραγωγές του Griffith στα 10΄s, θα κερδίσει μια για πάντα την αιωνιότητα ως Lucy στο Broken Blossoms (1919), μία από τις σπουδαιότερες γυναικείες ερμηνείες όλων των εποχών, με τη διάσημη χειρονομία-χαμόγελο να λυγίζει τις αντιστάσεις των θεατών κάθε εποχής. Την ίδια χρονιά, ο Griffith θα αρχίσει να προτιμάει ολοένα και συχνότερα την Carole Dempster αντί για την Gish, η οποία - χωρίς να χάσει ποτέ το σεβασμό της για το σκηνοθέτη - δε θα κρύψει τη βαθύτατη ενόχλησή της. Αφού δώσει πρώτα δύο ακόμα σπουδαίες ερμηνείες, στα Way Down East (1920) και Orphans of the Storm (1921), θα σταματήσει οριστικά τη συνεργασία της με τον Griffith. Όπως θα δήλωνε και ο ίδιος, μετά την αποχώρηση της δεσποινίδος Gish, τίποτα πια δεν ήταν ίδιο.

Καλύτερες ερμηνείες σε σκηνοθεσία D.W. Griffith: Broken Blossoms (1919), Way Down East (1920), The Mothering Heart (1913), Orphans of the Storm (1921), True Heart Susie (1919)


                                                              Dorothy Gish


Όταν οι αδερφές Gish εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στο σινεμά του Griffith με το The Unseen Enemy (1912) κερδίζοντας τους επαίνους θεατών και κριτικών, η Dorothy έμοιαζε εξαρχής καταδικασμένη να μείνει στη σκιά της μεγαλύτερης αδερφής της. Όσο η Lillian συμμετείχε στα φιλόδοξα έπη του Αμερικανού δημιουργού, εκείνη έμεινε να πρωταγωνιστεί σε μικρού μήκους φιλμ που σκηνοθετούσαν διάφοροι προστατευόμενοι του Griffith. Ειδικεύτηκε σε ρόλους κωμικούς, μακριά από την πληθωρικότητα της αδερφής της. Το 1918 θα εμφανιστεί στο Hearts of the World και θα ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη του Griffith, ο οποίος της ανέθεσε τρία χρόνια αργότερα τον πιο απαιτητικό ρόλο της καριέρας της: η ερμηνεία της ως η τυφλή Louise στο Orphans of the Storm παραμένει η καλύτερη στιγμή της Dorothy Gish, έστω κι αν μένει στο περιθώριο (ξανά) από την παρουσία της Lillian στο ίδιο φιλμ. Βέβαια, δεν πίστευαν όλοι το ίδιο: η Linda Arvidson, σύζυγος του Griffith, έγραψε στην αυτοβιογραφία της πως η ίδια θεωρούσε πάντα την Dorothy μακράν ανώτερη της αδερφής της.

Καλύτερες ερμηνείες σε σκηνοθεσία D.W. Griffith: Orphans of the Storm (1921), Hearts of the World (1918)


                                                          Clarine Seymour


Η γεννημένη στο Brooklyn ηθοποιός είχε ήδη εμφανιστεί σε αρκετά φιλμ πριν γνωρίσει τον Griffith το 1918. Περνώντας από casting για το The Girl Who Stayed At Home, κέρδισε τον ανταγωνισμό και παρά τις μέτριες κριτικές της ταινίας, η δική της ερμηνεία τράβηξε την προσοχή όλων. Την επόμενη χρονιά θα ερμηνεύσει δεύτερους ρόλους σε δύο επιτυχίες του σκηνοθέτη, τα True Heart Susie και Scarlet Days, ενώπιον της Lillian Gish και της Carol Dempster αντίστοιχα, τις δύο δηλαδή αγαπημένες πρωταγωνίστριες του Griffith. Μάλιστα, δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν ότι σε αμφότερα τα φιλμ, η Seymour άφησε τις δύο σταρ στη σκιά της δικής της παρουσίας. Πιθανότατα ο Griffith να συμφωνούσε σε αυτό, για αυτό και της έδωσε ένα βασικό ρόλο στο φιλόδοξο Way Down East (1920). Ενώ όμως τα γυρίσματα έτρεχαν, ο ξαφνικός της θάνατος από ιατρικό σφάλμα (με τις φήμες να μιλούν για εγχείρηση έκτρωσης) συγκλόνισε την κινηματογραφική κοινότητα και σκόρπισε τη θλίψη στον Αμερικανό σκηνοθέτη και την ομάδα των σταθερών συνεργατών του.

Καλύτερες ερμηνείες σε σκηνοθεσία D.W. Griffith: Scarlet Days (1919), True Heart Susie (1919)


                                                         Carol Dempster


Από όλες τις αγαπημένες, νεαρές ηθοποιούς του Griffith, η Carol Dempster είναι η μοναδική με την οποία διατήρησε επιβεβαιωμένη ερωτική σχέση, ενόσω μάλιστα ήταν ακόμα παντρεμένος. Ο πρώτος της ρόλος ήταν μια ολιγόλεπτη παρουσία στο επεισόδιο της Βαβυλώνας στο Intolerance, σε ηλικία 15 χρονών, κι από τότε έγινε η προστατευόμενη του σκηνοθέτη. Από τα τέλη των 10's, θα αρχίζει να εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε ταινία του Griffith, προκαλώντας το θυμό και την τελική αποχώρηση των Mae Marsh και Lillian Gish από το γκριφιθικό σινεμά. Το γεγονός ότι οι σπουδαίοι πρωταγωνιστικοί της ρόλοι ήρθαν μετά τη φυγή της Gish, στέρησαν από τη Dempster τα φώτα της δημοσιότητας. Επίσης, το σχεδόν μονοσήμαντο ερμηνευτικό της ύφος έγινε πολλές φορές αντικείμενο κριτικής, όπως και η μάλλον συνηθισμένη εξωτερική της εμφάνιση, σε μια εποχή που η κινηματογραφική κριτική έμενε προσκολλημένη στην επιφάνεια. Σταδιακά, κερδίζει όλο και περισσότερο την εκτίμηση των νεότερων μελετητών του Griffith, που δικαίως της αναγνωρίζουν το ότι κουβάλησε στις πλάτες της την τελευταία μεγάλη ταινία του σκηνοθέτη, το America (1924), ενώ η παραγνωρισμένη ερμηνεία της στο Isn't Life Wonderful (1924) κατατάσσεται πλέον σε μια από τις πιο σημαντικές στιγμές στο αμερικανικό, βωβό σινεμά.  

Καλύτερες ερμηνείες σε σκηνοθεσία D.W. Griffith: Isn't Life Wonderful (1924), America (1924)

Αχιλλέας Παπακωνσταντής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου