Κυριακή 21 Μαρτίου 2010
IN THE MOOD FOR LOVE (2000), του Kar-Wai Wong
It is a restless moment. She has kept her head lowered, to give him a chance to come closer. But he could not, for lack of courage. She turns and walks away.
Μια αγάπη υπάρχει έστω και αν δεν εκδηλωθεί; Έστω και αν δεν προσφέρει απτές αποδείξεις εκτός από ένα φευγαλέο άγγιγμα; Σε ένα κλειστό σαν κοχύλι ιδιωτικό σύμπαν εκατομμυρίων συναισθημάτων γεννημένων κάτω από το τρεμάμενο φως μιας ετοιμοθάνατης λάμπας, το πάθος γνώρισε την αποθέωσή του. Εικονογραφημένο από έναν σταθερό επιβάτη του καταραμένου τρένου της χαμένης ζωής, ξυπνάει υπόκωφους πόθους και πνέει νοσταλγικά. Μας μεταφέρει στο Χονγκ-Κονγκ της δεκαετίας του ’60, σε μια εποχή αποσιώπησης του πάθους για χάρη ενός καθωσπρεπισμού επιβαλλόμενου από μια γενιά που σιγά-σιγά αλλά απρόθυμα παραδίδει τα σκήπτρα στους νεότερους. Βρίσκει όμως την διέξοδο επιβίωσης και συγκεντρώνεται σαν σε ερωτικό σύμβολο στα φορέματα της Maggie Cheung. Καλύπτουν ασφυκτικά το σώμα, όπως ο αυστηρός κώδικας της εποχής και τα χαμηλοτάβανα διαμερίσματα το πνεύμα. Ταυτόχρονα όμως είναι και εξαιρετικά στενά ώστε να διαγράφουν με ηδονικές πινελιές το κορμί που λαχταρά για ελευθερία και για ερωτική ανάταση. Και το οποίο χρησιμοποιείται ανεπανάληπτα από μια ηθοποιό με το τεράστιο ταλέντο της Cheung για να εκφράσει όλα όσα πρέπει να μείνουν ανομολόγητα. Και να υφάνουν παρέα με το βλέμμα του Tony Leung (που όμοιό του δεν υπάρχει στα κινηματογραφικά χρονικά) τον ιστό μιας απόλυτα παθιασμένης ερωτικής ιστορίας, καταδικασμένη από τη γέννησή της να είναι αυτόματα κλασική.
Ο Chow και η Su Lizhen, που τυγχάνει να μετακομίσουν την ίδια μέρα σε διπλανά διαμερίσματα, γρήγορα συνειδητοποιούν ότι οι σύζυγοί τους διατηρούν δεσμό μεταξύ τους. Ο κοινός τους πόνος θα τους φέρει σιγά-σιγά κοντά. Θα αρχίσουν μια σειρά από συναντήσεις υπαγορευμένες από ανάγκη παρηγοριάς ή ίσως συντροφιάς. Αναζητούν τα πώς και τα γιατί της μοιχείας των συζύγων τους και θα αρχίσουν ένα παιχνίδι αναπαράστασης στην προσπάθειά τους να καταλάβουν. Ένα εκπληκτικό εύρημα σπαρακτικής συγκάλυψης συναισθημάτων, αποκάλυψης των μηχανισμών του θεάτρου της ζωής και κατά μέτωπο επίθεσης στο χρόνο. Θα κάνουν και θα ξανακάνουν πρόβες για την αναπόφευκτη στιγμή που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τα συναισθήματά τους και όλα όσα τους πληγώνουν. Με το «δε θα γίνουμε σαν και αυτούς» να κρέμεται πάνω από τα κεφάλια τους σαν δαμόκλεια σπάθη, θα παίξουν το ρόλο των συζύγων τους και ίσως τελικά θα παίξουν τον εαυτό τους στο δρόμο για μια αλήθεια που και οι ίδιοι αγνοούσαν. Και σχολιάζοντας την αναπαράσταση της ζωής από το σινεμά, ο Kar-Wai αποδεικνύει το μεγαλείο ενός δημιουργού που δε διακρίνει ανάμεσα στη φόρμα και την ουσία του έργου του. Θα τοποθετήσει τις πρόβες σε ένα στενό δρόμο με τα κάγκελα μπροστά τους να μαρτυρούν τον σπαραγμό του φυλακισμένου και τη σκιά από το νερό τη ρευστότητα της ζωής. Θυμόμαστε τη Su Lizhen από το Days of Being Wild, νεαρό κορίτσι, συνεσταλμένο αλλά με ένα πάθος να σιγοκαίει. Πληγώθηκε στο παρελθόν αλλά το πλήρωμα του χρόνου ήρθε πάλι για εκείνη και άλλος ένας κύκλος ξεκίνησε πριν τελειώσει ο προηγούμενος. Θυμόμαστε και τον Chow από εκείνο το τελευταίο μυστηριώδες πλάνο, αρκετό όμως για να σχηματίσει την εικόνα του ανέμελου γόη. Τα χρόνια πέρασαν, εκείνος έζησε αυτό που δεν πίστευε ότι υπάρχει και επέλεξε να το αφήσει να τον προσπεράσει. Και όπως αποδείχτηκε στο επόμενο κεφάλαιο του καρβαϊκού έπους, στον δικό του μοναχικό κύκλο ο Chow θα επιστρέψει πίσω και θα φορέσει ξανά την μάσκα και τη στολή εκείνου του άντρα στο τελευταίο πλάνο. Μα το κορμί του είναι γεμάτο αγκάθια πλέον, μνήμες στιγμών που θα μπορούσαν να είναι αλλιώς.
Δε θα δούμε ποτέ τον σύζυγο της Su Lizhen, ούτε τη γυναίκα του Chow. Εκείνοι τους οποίους διάλεξαν για να αποτελέσουν το άλλο τους μισό για μια ζωή, θα μείνουν αποκλειστικά εκτός κάδρου. Μόνο τυχαία δεν είναι η κινηματογράφηση της πρώτης εξόδου των δύο παρα(ι)τημένων ηρώων στο εστιατόριο. Η κάμερα κινείται δεξιά – αριστερά, καταγράφοντας μόνο το προφίλ τους στη γωνία του κάδρου. Βλέπουμε μόνο το μισό τους πρόσωπο, το μισό τους εαυτό, απομονωμένο και μοναχικό στη γωνία σε απόγνωση για την απρόσμενη εγκατάλειψη από τον Άλλον. Και αν είναι ο ένας το πραγματικό συμπλήρωμα του άλλου; Αν αυτό που έψαχναν η Su Lizhen και ο Chow το έχουν ο ένας για τον άλλον; Δε θα το μάθουν ποτέ γιατί ο συγχρονισμός τους νίκησε. Ο σκηνοθέτης τους παγιδεύει και τους εικονογραφεί με μία μετά-Godard κινηματογραφική αλλά σπαρακτικά ρεαλιστική α-συγχρονία. Δεν ωφελεί να γνωρίσεις τον κατάλληλο λίγο πριν ή λίγο μετά, θα μας πει ο ίδιος ο Chow λίγα χρόνια αργότερα από το έτος 2046 και στο μυαλό του θα βρίσκεται εκείνο το βράδυ στο ταξί. Όταν κίνησε το χέρι του προς το δικό της, μα εκείνη τραβήχτηκε. Και όταν εκείνη έγειρε προς το μέρος του, αλλά εκείνος δίστασε. Και η ευκαιρία χάθηκε. Η στιγμή όμως έμεινε. Σαν μια ανοιχτή πληγή. Να σε νικάει ξανά και ξανά και ξανά.
That era has passed. Nothing that belonged to it exists anymore.
Σε μια στροφή σε πιο κλασικές κινηματογραφικές φόρμες (ξεχάστε την κάμερα στο χέρι), η σταθερά επαναλαμβανόμενη χορογραφία της μηχανής αντικαθιστά το μοναχικό voice-over. Για μία ακόμα φορά οι καρβαϊκοί ήρωες νοσταλγούν το παρόν και ανυπεράσπιστοι επαναλαμβάνουν σε ελλειπτική τροχιά τις ίδιες κινήσεις και κατοικούν ξανά και ξανά τα ίδια κάδρα. Εκείνη στο ταξιδιωτικό γραφείο που εργάζεται, κάτω από τεράστια ρολόγια. Εκείνος, δημοσιογράφος, να κάθεται στο γραφείο καθώς άλλο ένα τσιγάρο σιγοκαίει το τέρμα. Οι δυο τους να περνούν δίπλα – δίπλα στις σκάλες στο δρόμο για φαγητό ή στους στενούς διαδρόμους έξω από τα δωμάτιά τους. Και την επόμενη μέρα ξανά από την αρχή, παγιδευμένοι, μόνοι. Αυτός ο ανεπανάληπτος auteur ξέρει καλά ότι η αλλαγή του χρόνου μπορεί να εικονογραφηθεί μόνο σε αντιδιαστολή με ένα αιώνιο φόντο. Το μόνο που αλλάζει εδώ είναι το χρώμα στα φορέματα της Su Lizhen – ίδιο ύφασμα, ίδιο στυλ, αλλά σε κάθε χρονικό πέρασμα αλλάζει η επιλογή του τόνου άρα και του ύφους από τον εκπληκτικό συνεργάτη του Kar Wai, William Chang. Τι όμως αλλάζει με το πέρασμα των ημερών και πόσο διαφορετικά νιώθουν οι ήρωες τόσο τον εαυτό τους όσο και τις συνθήκες που τους περιβάλλουν και τους καθορίζουν; Μοναδική τους σταθερά για όσο διαρκεί αυτή η επιθυμία είναι η εσωτερική ευγένεια του χαρακτήρα τους, απευθείας προερχόμενη από την κινηματογραφική παράδοση της Κίνας που έμαθε να επικροτεί την ηθική εγκράτεια. Σίγουρα το In The Mood For Love κοιτάζει προς τα μελοδράματα του Douglas Sirk, αλλά τελικά μοιάζει να συγγενεύει περισσότερο με εκείνα του Fassbinder στην προτίμηση της αμφισημίας έναντι της επικράτησης του πάθους σε ένα ελπιδοφόρο κλείσιμο του κύκλου. Ο Antonioni είναι εδώ, μέσα από το εκπληκτικά μελετημένο καδράρισμα (οι ήρωες πίσω από αντικείμενα), και την ήρεμη ασφυξία του. Ακόμα και ο Hitchcock, που ο Kar-Wai διαρκώς κατονομάζει ως επιρροή εδώ χτίζοντας το σασπένς της αναζήτησης των ηρώων, αφήνοντας τα μυστικά να ζουν καλά κρυμμένα εκτός κάδρου..
Ο Kar-Wai γεννήθηκε στη Σαγκάη, αλλά σε ηλικία πέντε χρονών απομακρύνθηκε από τα αδέλφια του και εγκαταστάθηκε με τους γονείς του στο Χονγκ-Κονγκ. Μικρό παιδί απορρόφησε κάθε εικόνα που το μέρος του προσέφερε στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Τα πυκνοκατοικημένα σπίτια και τα στενά σοκάκια, γεμάτα από ανθρώπους που μαζεύτηκαν εκεί από την Κίνα άμα την άνοδο του κομμουνιστικού καθεστώτος, σχηματίζοντας ένα ιδιόμορφο μείγμα με τον ντόπιο καντονέζικο πληθυσμό. Και καθώς τα χρόνια περνούσαν, οι αναταραχές που έφεραν μαζικές μετακινήσεις και αποτέλεσαν την απαρχή μιας νέας εποχής για αυτήν την εκ φύσεως μεταμοντέρνα γωνιά του κόσμου. Ακόμα τα ασφυκτικά φορέματα της Maggie Cheung είναι ακριβώς όμοια με αυτά που ο σκηνοθέτης θυμάται την μητέρα του εκείνες τις μέρες και η μουσική που ακούγεται, από pop κινέζικα τραγούδια μέχρι και τον Nat King Cole είναι εκείνα που άκουγε στους ραδιοφωνικούς σταθμούς της εποχής. Στο τέλος μπορεί να μην είμαστε σίγουροι για το αν το παιδί της Su Lizhen είναι ο καρπός του έρωτά της με τον Chow. Έχουμε τη βεβαιότητα όμως ότι αν έτσι έχουν τα πράγματα, αυτός ο καρπός δεν είναι άλλος από τον Wong Kar-Wai και η μεθυστική αναπαράσταση της ατμόσφαιρας και η απαράμιλλη πλαστικότητα των πλάνων του είναι τα υλικά από τα οποία είναι φτιαγμένες οι μνήμες του. Και σαν σύμβολο της αιωνιότητας, στέκει ο επίλογος με τον Chow να βρίσκεται στα αρχαία μνημεία στο Angkor Wat, με την ευκαιρία της επίσκεψής του στην Καμπότζη όπου σαν δημοσιογράφος καλύπτει την επίσκεψη του De Gaulle. Μια σειρά από επίκαιρα δίνουν ένα σημείο χρονικής αναφοράς και σηματοδοτούν το άνοιγμα προς τον κόσμο. Η ιστορία εγκαταλείπει τον μικροσκοπικό πυρήνα του ζευγαριού και αποκτάει το πανανθρώπινο νόημά της και τη θέση της στην Ιστορία. Όπως ακριβώς κάθε καρβαϊκός ήρωας, σε μόνιμη αναζήτηση ταυτότητας.
He remembers those vanished years. As though looking through a dusty window pane, the past is something he could see, but not touch. And everything he sees is blurred and indistinct.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
9 σχόλια:
λατρεμένο το cinema του kar wai! αλήθεια υπάρχει κάποιος που δεν τον άγγιξε η συγκεκριμένη ταινία? δεν νομίζω.
ο kar wai είναι η καλύτερη απάντηση σε αυτούς που επιμένουν να λένε ότι δεν έχουμε μεγάλους δημιουργούς στην εποχή μας.
υπέροχο το κείμενο...όπως πάντα άλλωστε!
να περιμένουμε και για το 2046?:)
Βασικά στο ξαναείπα, αλλά αυτό εδώ είναι το αγαπημένο μου κείμενό σου (υπόσχομαι να διαβάσω την Περιφρόνηση και να το αλλάξω), για μια ταινία που ξέρω πόσο αγαπάς. Εδώ συμφωνούμε (λίγες οι φορές) πως ο Καρ Γουάι είναι ό,τι καλύτερο διαθέτει το παγκόσμιο σινεμά και στον οποίο επενδύει για το μέλλον.
Και, πραγματικά, περιμένουμε το 2046 που ξέρουμε ότι έχεις έτοιμο :)
Καλημέρα!!
Εξαιρετικό κείμενο για μία εξαιρετική ταινία. Ομολογώ πως την είχα δει πριν πολύ καιρό και κάποια σημεία δεν τα θυμάμαι. Ωστόσο σου μένουν οι υπέροχες αυτές εικόνες που μόνο ο Καρ-Βάι ξέρει να φτιάχνει. Ερωτικός κινηματογράφος σε όλο του το μεγαλείο.
Υπέροχη φράση aldo. Πραγματικά είμαστε τυχεροί που ζούμε παράλληλα με αυτόν τον σκηνοθέτη και παραακολοθούμε τις ταινίες του άμα την κυκλοφορία τους. Είναι κάτι που θα λέμε στα ...παιδιά μας.
Το 2046 είναι για μένα ίσως το μεγαλύτερο καλλιτεχνικό επίτευγμα εδώ και δεκαετίες - ξεπερνάει τον κινηματογράφο. Οπότε καταλαβαίνετε αμφότεροι ότι χρειάζεται πολύ θράσος εκ μέρους μου για να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου σε ένα κείμενο. Αλλά ίσως...
Όντως "σχεδόν κάλμα", ερωτικό σινεμά στον απόλυτο βαθμό. Ένα άγγιγμα (βλ. φωτό) έφτανε για να χτιστεί η πιο παθιασμένη ιστορία που θαυμάσαμε στο σινεμά.
Ευχαριστώ όλους για την επίσκεψη και τον καλό λόγο.
Δεν εχω κατι να προσθεσω στο εξαιρετικο κειμενο κ τα ευστοχα σχολια που το συνοδευουν
Τι να πεις για αυτον τον σκηνοθετη?Μονο να επαναλαβω κατι που διαβασα νομιζω εδω,οτι ειμαστε τυχεροι που ζουμε στα χρονια του κ περιμενουμε καθε φορα με ανυπομονησια το καινουριο του ταξιδι
Εννοειται οτι δε μπορω να ξεχωρισω καποιο απο τα εργα του
Αλλα θα ηθελα τη γνωμη σου για το the hand,τη μια απο τις 3 σπονδυλωτες ιστοριες που απαρτιζουν το EROS
Το θεωρω τη συγκλονιστικοτερη κινηματογραφικη ιστορια αγαπης,πλαι στο 3iron του Κιμ Κι Ντουκ κ το FOUNTAIN του Αρονοφσκυ
Κ μονο που τη θυμαμαι,ανατριχιαζω
Συμφωνώ και εγώ ότι μαζί με 3-4 άλλους, ο Kar-Wai είναι περίπτωση για την οποία θα περηφανευόμαστε στα παιδιά και τα εγγόνια μας ότι ζήσαμε παράλληλα με τα έργα του.
Για το δαντελένιο κομψοτέχνημα που ξεχωρίζει με άνεση από το τρίπτυχο Eros δεν μπορώ παρά να εκφράσω τον απέραντο θαυμασμό μου. Χρήζει ξεχωριστού κειμένου και ανάλυσης, ειδικά αναφορικά με την εστίαση που επιχειρείται στο συγκεκριμένο φιλμ στο "άγγιγμα" - μια υπόθεση φετίχ για τον μεγάλο Ασιάτη στυλίστα που εκεί εξυψώνεται σε κεντρικό θέμα. Τρομερά συγκινητικό, όπως και τα άλλα δύο αριστουργήματα που παραθέτεις. Όσο για το ποια είναι η συγκλονιστικότερη ιστορία αγάπης στο σινεμά... Πολύ ωραίο θέμα προς συζήτηση. Σίγουρα και τα τρία, μαζί φυσικά με την Ερωτική Επιθυμία, συνιστούν βασικές υποψηφιότητες. Σε μια πρώτη σκέψη, θα θυμηθώ το Age of Innocence (γιατί ο ανικανοποίητος έρωτας του Newland για την Helen με θρυμματίζει πάντα), το English Patient βασισμένο στο εξαιρετικά συναισθηματικό βιβλίο του Ondaatje (για εκείνο το παθιασμένο άγγιγμα των μαλλιών της Kristin Scott Thomas κοιτώντας μέσα στα μάτια του Fiennes), φυσικά το Alphaville (επειδή ο έρωτας της ανθρώπινης ματιάς λύγισε όχι μόνο τη ρομποτική Νατάσα, αλλά και τον κυνικό και απόμακρο Lemmy Caution) και για να μη ξεχνιόμαστε και την Casablanca (γιατί I remember every detail. The Germans wore gray, you wore blue).
Θα επανέλθω σίγουρα, όποιος θέλει ας προσθέσει υποψηφιότητες.
Το alphaville ειναι μεσα στις 10 αγαπημενες μου ταινιες,δεν εχω λογια να εκφρασω τα συναισθηματα μου οταν το ειδα
Δυστυχως τις υπολοιπες ταινιες που αναφερεις δεν τις εχω δει,σχεδον ασυγχωρητο[!] το καταλάβαινω αυτο που λεω,ειδικα τον Ασθενη κ τη Καζαμπλανκα πρεπει οπωσδηποτε να τις δω κ συντομα
Κ ειμαι βεβαιος οτι θα τις λατρεψω
Το age of innocense ειναι του Σκορτσεζε?κ αυτο πρεπει να το δω
Να προσθεσω στις ιστοριες αγαπης που συζηταμε κ την Ερωτικη Αναπαρασταση του Κριστοφερ Μποε?μου αρεσε κ αυτη παρα πολυ -αν κ δεν ειναι κλασικη ιστορια αγαπης,περισσοτερο ασχολειται αν θυμαμαι καλα με το ζητημα της ταυτοτητας κ της μνημης-οπως επισης κ η επομενη ταινια του Μποε,to allegra που κ αυτη διαπραγματευεται τα ιδια υπαρξιακα ζητηματα
Καλη Ανασταση σε σενα κ στα υπολοιπα παιδια εδω
Πολύ όμορφο κείμενο !
Τώρα, για την ταινία τί να πώ κι εγώ ? Δεν έχω λόγια. Ποίηση ? Μαγεία ? Εικαστική τελειότητα ? Είναι φτωχές οι λέξεις για ένα τέτοιο αριστούργημα.
Η αγαπημένη μου του εκπληκτικού αυτού σκηνοθέτη, αλλά σε απόσταση αναπνοής ακολουθούν πολλές άλλες. Chungking Express, Fallen Angels, 2046, ... Όλες του οι ταινίες είναι πολύ ιδιαίτερες, και αξιόλογες.
curious_ape009,
σ'ευχαριστώ πολύ για τον καλό λόγο. Συμφωνώ απόλυτα με το σχόλιό σου, αν και για μένα πρώτο είναι το 2046 (μια ταινία γεγονός για την ιστορία της τέχνης) και ακολουθούν με μικρές διαφορές ανάμεσά τους όλα τα υπόλοιπα.
Δημοσίευση σχολίου