Η πράσινη ακτίνα (rayon vert) είναι ένα σπάνιο οπτικό φαινόμενο που λαμβάνει χώρα είτε λίγο πριν την ανατολή του ηλίου είτε λίγο μετά τη δύση του. Μια πράσινη λάμψη γίνεται για λίγες στιγμές ορατή πάνω από τον ηλιακό δίσκο, μόνο όμως κάτω από κατάλληλες καιρικές συνθήκες. Το ομότιτλο μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν βασίζεται στο λαϊκό μύθο σύμφωνα με τον οποίο εκείνος που θα αντικρίσει την πράσινη ακτίνα θα αποκτήσει αμέσως την πολυπόθητη αυτογνωσία. Εξαιρετική αφορμή για τον σπουδαίο Rohmer προκειμένου να συναντήσει την Delphine και να στηρίξει πάνω της το πέμπτο μέρος της σειράς «Κωμωδίες και Παροιμίες». Δηλαδή πάνω στην εξαιρετική Marie Rivière (με την οποία και ξεκίνησε αυτή τη σειρά των δημιουργιών με το La Femme de l’ Aviateur), η οποία εδώ εμφανίζεται και ως συν-σεναριογράφος. Στην πραγματικότητα το φιλμ αποτελείται από μια σειρά αυτοσχεδιασμών που δεδομένης της έντονα διαλογικής φύσης των έργων του Γάλλου σκηνοθέτη εντυπωσιάζουν με την αποτελεσματική τους εκτέλεση.
Η Delphine βρίσκεται στο άλλο άκρο της Pauline με το παιχνιδιάρικο ύφος που θέλει γρήγορα να τα μάθει όλα για τη ζωή. Η ηρωίδα της Rivière είναι ήδη αρκετά ώριμη ώστε να απορρίπτει μια διαρκώς ανέμελη αισιοδοξία, αλλά οι περιστάσεις την έχουν φέρει στην άσχημη θέση να πιστεύει αφενός ότι η ζωή την έχει αδικήσει κατ’ επανάληψη, αφετέρου να αρνείται κάθε χείρα βοηθείας αφού μοιάζει να μην θέλει ούτε η ίδια να βοηθήσει τον εαυτό της. Διαισθανόμενος της οικειότητας που γεννάει μια τέτοια κατάσταση ως συνέπεια του άστοχα πολύπλοκου μοντέρνου κόσμου, ο Rohmer θα αποδειχτεί άξιος συνεχιστής της γαλλικής παράδοσης του ποιητικού ρεαλισμού. Μόνιμος προβληματισμός στο φιλμ δεν είναι άλλος από την ανθρώπινη μοναξιά. Η Delphine έχει χωρίσει εδώ και κάποιο καιρό και τώρα μένει ξεκρέμαστη από τις φίλες της με τις οποίες είχε κανονίσει να πάει διακοπές. Η εποχή είναι διόλου τυχαία το καλοκαίρι και, όπως ακριβώς η ζωή της, το Παρίσι αδειάζει απότομα και καλείται να επαναπροσδιοριστεί για το χρονικό διάστημα που θα είναι (ή μήπως μόνο θα μοιάζει;) έρημο. Η ηρωίδα βιώνει την απότομη έλευση της μοναξιάς και έντρομη αντιμετωπίζει τη δική της πρόκληση του επαναπροσδιορισμού. Αποπροσανατολισμένη, βλέπει τους φόβους της να παίρνουν τον έλεγχο και να τη βυθίζουν σε ένα υπαρξιακό αδιέξοδο στο οποίο δεν φτάνουν οι ακτίνες του ήλιου. Εκτός ίσως από μία, την πράσινη, η εμφάνιση της οποίας όμως είναι εξαιρετικά σπάνια. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στους φίλους της που επισκέπτεται, κάνει παρέα με τα μικρά παιδιά, μιας και νιώθει ξένη απέναντι στην υποκρισία των ενηλίκων που έχουν μετατρέψει τις ανθρώπινες σχέσεις σε πεδίο μάχης και εμπορικής συναλλαγής.
Αναζητώντας διαρκώς ένα στήριγμα χωρίς όμως αποτέλεσμα, θα εναποθέσει τελικά τις ελπίδες της στην τύχη, τη δύναμη της οποίας – όπως και αυτή της (όποιας) πίστης – σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητεί ο Rohmer. Και φυσικά, σε μια εύστοχη διείσδυση στους μηχανισμούς της (συν)ύπαρξης, θα υπογραμμίσει το ρόλο του συγχρονισμού. Δεν είναι μόνο ο άλλος που έρχεται στην κατάλληλη στιγμή, είμαστε και εμείς που τυγχάνει να είμαστε έτοιμοι να τον δεχτούμε. Κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί στο μελαγχολικό συμπέρασμα πως η ζωή (που δυστυχώς είναι και μία και μικρή) είναι μια σειρά από χαμένες ευκαιρίες. Πολύ έξυπνα η συνάντηση που μοιάζει να αλλάζει κατεύθυνση στην πορεία της Delphine πραγματοποιείται σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό. Τόπος διασταύρωσης ανάμεσα σε αυτούς που αναχωρούν και αυτούς που φτάνουν· άλλοι ξεκινούν και άλλοι τελειώνουν στο κατεξοχήν σημείο τομής ανάμεσα στον χώρο και στο χρόνο – τι ειρωνεία που οι σιδηροδρομικοί σταθμοί είναι γεμάτοι με μεγάλα ρολόγια… Εκεί η Rivière θα γνωρίσει έναν νεαρό άντρα που μοιάζει να ανταποκρίνεται στις επιθυμίες της και να ξυπνάει στην ψυχή της ό,τι ζωντανό είχε απομείνει. Φυσικά ο Rohmer, όπως πάντα, δεν ενδιαφέρεται για συναισθηματισμούς. Προτιμά να παρατηρεί τους ανθρώπους μέσα στη ρουτίνα τους και τους αφήνει να αποκαλυφθούν μέσα από τον λόγο. Έτσι απλά, αλλά με έναν απροσδόκητα εύστοχο ρομαντισμό, οδηγεί το ζευγάρι στο φινάλε και αποδεικνύει τόσο στην ηρωίδα του όσο και στον εαυτό του (στα εξήντα έξι του τότε χρόνια) ότι η ζωή είναι ικανή να προσφέρει ανά πάσα στιγμή αφορμές για να την ξεκινάς και πάλι από την αρχή.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Υ.Γ. Αφιερωμένο στη μνήμη του Eric Rohmer (1920 – 2010).
Η Delphine βρίσκεται στο άλλο άκρο της Pauline με το παιχνιδιάρικο ύφος που θέλει γρήγορα να τα μάθει όλα για τη ζωή. Η ηρωίδα της Rivière είναι ήδη αρκετά ώριμη ώστε να απορρίπτει μια διαρκώς ανέμελη αισιοδοξία, αλλά οι περιστάσεις την έχουν φέρει στην άσχημη θέση να πιστεύει αφενός ότι η ζωή την έχει αδικήσει κατ’ επανάληψη, αφετέρου να αρνείται κάθε χείρα βοηθείας αφού μοιάζει να μην θέλει ούτε η ίδια να βοηθήσει τον εαυτό της. Διαισθανόμενος της οικειότητας που γεννάει μια τέτοια κατάσταση ως συνέπεια του άστοχα πολύπλοκου μοντέρνου κόσμου, ο Rohmer θα αποδειχτεί άξιος συνεχιστής της γαλλικής παράδοσης του ποιητικού ρεαλισμού. Μόνιμος προβληματισμός στο φιλμ δεν είναι άλλος από την ανθρώπινη μοναξιά. Η Delphine έχει χωρίσει εδώ και κάποιο καιρό και τώρα μένει ξεκρέμαστη από τις φίλες της με τις οποίες είχε κανονίσει να πάει διακοπές. Η εποχή είναι διόλου τυχαία το καλοκαίρι και, όπως ακριβώς η ζωή της, το Παρίσι αδειάζει απότομα και καλείται να επαναπροσδιοριστεί για το χρονικό διάστημα που θα είναι (ή μήπως μόνο θα μοιάζει;) έρημο. Η ηρωίδα βιώνει την απότομη έλευση της μοναξιάς και έντρομη αντιμετωπίζει τη δική της πρόκληση του επαναπροσδιορισμού. Αποπροσανατολισμένη, βλέπει τους φόβους της να παίρνουν τον έλεγχο και να τη βυθίζουν σε ένα υπαρξιακό αδιέξοδο στο οποίο δεν φτάνουν οι ακτίνες του ήλιου. Εκτός ίσως από μία, την πράσινη, η εμφάνιση της οποίας όμως είναι εξαιρετικά σπάνια. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στους φίλους της που επισκέπτεται, κάνει παρέα με τα μικρά παιδιά, μιας και νιώθει ξένη απέναντι στην υποκρισία των ενηλίκων που έχουν μετατρέψει τις ανθρώπινες σχέσεις σε πεδίο μάχης και εμπορικής συναλλαγής.
Αναζητώντας διαρκώς ένα στήριγμα χωρίς όμως αποτέλεσμα, θα εναποθέσει τελικά τις ελπίδες της στην τύχη, τη δύναμη της οποίας – όπως και αυτή της (όποιας) πίστης – σε καμία περίπτωση δεν αμφισβητεί ο Rohmer. Και φυσικά, σε μια εύστοχη διείσδυση στους μηχανισμούς της (συν)ύπαρξης, θα υπογραμμίσει το ρόλο του συγχρονισμού. Δεν είναι μόνο ο άλλος που έρχεται στην κατάλληλη στιγμή, είμαστε και εμείς που τυγχάνει να είμαστε έτοιμοι να τον δεχτούμε. Κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί στο μελαγχολικό συμπέρασμα πως η ζωή (που δυστυχώς είναι και μία και μικρή) είναι μια σειρά από χαμένες ευκαιρίες. Πολύ έξυπνα η συνάντηση που μοιάζει να αλλάζει κατεύθυνση στην πορεία της Delphine πραγματοποιείται σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό. Τόπος διασταύρωσης ανάμεσα σε αυτούς που αναχωρούν και αυτούς που φτάνουν· άλλοι ξεκινούν και άλλοι τελειώνουν στο κατεξοχήν σημείο τομής ανάμεσα στον χώρο και στο χρόνο – τι ειρωνεία που οι σιδηροδρομικοί σταθμοί είναι γεμάτοι με μεγάλα ρολόγια… Εκεί η Rivière θα γνωρίσει έναν νεαρό άντρα που μοιάζει να ανταποκρίνεται στις επιθυμίες της και να ξυπνάει στην ψυχή της ό,τι ζωντανό είχε απομείνει. Φυσικά ο Rohmer, όπως πάντα, δεν ενδιαφέρεται για συναισθηματισμούς. Προτιμά να παρατηρεί τους ανθρώπους μέσα στη ρουτίνα τους και τους αφήνει να αποκαλυφθούν μέσα από τον λόγο. Έτσι απλά, αλλά με έναν απροσδόκητα εύστοχο ρομαντισμό, οδηγεί το ζευγάρι στο φινάλε και αποδεικνύει τόσο στην ηρωίδα του όσο και στον εαυτό του (στα εξήντα έξι του τότε χρόνια) ότι η ζωή είναι ικανή να προσφέρει ανά πάσα στιγμή αφορμές για να την ξεκινάς και πάλι από την αρχή.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Υ.Γ. Αφιερωμένο στη μνήμη του Eric Rohmer (1920 – 2010).
5 σχόλια:
George Liapis είπε...
καλή αρχή κι από μένα...
Καλή αρχή!Και όταν μιλάμε για τον auter Rohmer όλοι οφείλουμε....respect!
Ευχαριστούμε πολύ.
Αν και σχεδόν πλήρης ημερών, είναι πολύ στενόχωρο να αποχαιρετάς έναν καλλιτέχνο που, κυρίως μέσα από τον χειμαρρώδες λόγο του, ένιωθες τόσο ζωντανό.
11-1-2010
O θάνατος της ανίας.
Κακίες... Και πάνω που είχε ανακοινώσει ο Rohmer το Linguacode (κατά το Timecode του Figgis): τέσσερις διαφορετικές οθόνες με τέσσερις διαφορετικές συζητήσεις να εξελίσσονται ταυτόχρονα και δυνατότητα επιλογής ηχητικής μπάντας από τον θεατή :P!
Δημοσίευση σχολίου