Ο Jean-René και η Angélique έχουν μάθει να κρύβονται πίσω από ένα
προσεκτικό τείχος που οι ίδιοι έχτισαν γύρω από τον εαυτό τους και να
κρατούν ανομολόγητα τα αισθήματά τους, εκτός από ένα: το κοινό τους
πάθος για τη σοκολάτα. Η τελευταία έχει ουκ ολίγες φορές υιοθετηθεί ως
μέσο εξαγνισμού και λύτρωσης ρομαντικών πόθων στο σινεμά και δη το
γαλλοπρεπές (Chocolat λέει η Binoche, Merci pour le chocolat απαντά ο
Chabrol). Η αίσθηση του κοινότυπου δε σταματάει φυσικά εκεί, καθώς στην
πραγματικότητα δεν υπάρχει τίποτα στο Les Émotifs Anonymes που δεν
έχουμε ξαναδεί. Γεγονός που δεν αποβαίνει καταδικαστικό, ακριβώς επειδή ο
Améris δεν προσποιείται ότι ανακάλυψε την Αμερική. Αντιθέτως φροντίζει
να σερβίρει το γλυκό του με μια υποβόσκουσα γεύση παραλόγου βοηθώντας τα
πάντα στο φιλμ να μοιάζουν πιο ανάλαφρα.
Η σχέση δύο υπέρ του δέοντος ντροπαλών ανθρώπων που η μοίρα διασταυρώνει την πορεία τους είναι αναπόφευκτα προβλέψιμη, αλλά η οικειότητά της γεννά το ενδιαφέρον, υπογραμμισμένη καθώς είναι με ζεστές πινελιές χιούμορ και το λαμπρό φως του γαλλικού ήλιου. Λίγες πόλεις στον κόσμο μπορούν να συγχωρήσουν την ιστορία που φιλοξενούν για τον αθεράπευτο ρομαντισμό της, και η Λυών είναι σίγουρα μια από αυτές. Οι σκηνές που μοιράζονται οι Poelvoorde και Carré φέρουν κάτι από το σπάνιο άγγιγμα που διέθεταν οι ρομαντικές κομεντί πενήντα και βάλε χρόνια πριν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η χημεία των δύο ηθοποιών προσφέρεται ως υπόδειγμα. Η εξαιρετικά μικρή διάρκεια διασώζει το φιλμ από κάθε κίνδυνο υπερβολής, την ίδια στιγμή όμως εμποδίζει τη σε βάθος εξερεύνηση των χαρακτήρων και, εν τέλει, το ενδιαφέρον μας για αυτούς. Περισσότερο ορεκτικό παρά κυρίως πιάτο, η ταινία του Améris είναι γλυκιά σα σοκολάτα που την τρως με ευχαρίστηση, αλλά μετά χρειάζεσαι οπωσδήποτε κάτι άλλο για να χορτάσεις.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Η σχέση δύο υπέρ του δέοντος ντροπαλών ανθρώπων που η μοίρα διασταυρώνει την πορεία τους είναι αναπόφευκτα προβλέψιμη, αλλά η οικειότητά της γεννά το ενδιαφέρον, υπογραμμισμένη καθώς είναι με ζεστές πινελιές χιούμορ και το λαμπρό φως του γαλλικού ήλιου. Λίγες πόλεις στον κόσμο μπορούν να συγχωρήσουν την ιστορία που φιλοξενούν για τον αθεράπευτο ρομαντισμό της, και η Λυών είναι σίγουρα μια από αυτές. Οι σκηνές που μοιράζονται οι Poelvoorde και Carré φέρουν κάτι από το σπάνιο άγγιγμα που διέθεταν οι ρομαντικές κομεντί πενήντα και βάλε χρόνια πριν, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η χημεία των δύο ηθοποιών προσφέρεται ως υπόδειγμα. Η εξαιρετικά μικρή διάρκεια διασώζει το φιλμ από κάθε κίνδυνο υπερβολής, την ίδια στιγμή όμως εμποδίζει τη σε βάθος εξερεύνηση των χαρακτήρων και, εν τέλει, το ενδιαφέρον μας για αυτούς. Περισσότερο ορεκτικό παρά κυρίως πιάτο, η ταινία του Améris είναι γλυκιά σα σοκολάτα που την τρως με ευχαρίστηση, αλλά μετά χρειάζεσαι οπωσδήποτε κάτι άλλο για να χορτάσεις.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου