Το Hugo είναι ο φόρος τιμής σε όλους
εκείνους που δίνουν στα όνειρά τους σάρκα και οστά (η εικόνα και η
ζωοφόρος κίνηση αντίστοιχα) και στη συνέχεια έχουν τη γενναιοδωρία να τα
μοιραστούν μαζί μας. Και το πράττουν ανεξαρτήτως κόστους, σαν ένα
καθήκον ιερό, υπαγορευμένο από ανάγκη ασίγαστη. Ανάμεσα σε αυτούς
πρωτοστατεί ο Martin Scorsese. Μόνο που ο ίδιος μοιάζει να το αγνοεί (το
μεγαλείο της ταπεινότητας), έτσι βουτηγμένος καθώς είναι στο πάθος του
για το έργο των άλλων. Τα μάτια του είναι εκείνα του μικρού Hugo Cabret,
ενός ορφανού που διόλου τυχαία βρίσκει την οικογενειακή θαλπωρή μέσα
στη σκοτεινή αίθουσα. «Ο κινηματογράφος είναι το αγαπημένο μας μέρος»,
θα εξηγήσει στην Isabelle. Εκείνη του συστήνει τη λογοτεχνία, εκείνος
της χαρίζει το σινεμά και μαζί συναντούν την περιπέτεια.
Το σκηνικό θα στηθεί σε μια απολαυστική
εναρκτήρια σεκάνς, χωρίς περιττά λόγια, μόνο με το καθαρό, αγνό σινεμά
της εικόνας. Αποπνέοντας τον προβληματισμό του χιτσκοκικού Rear Window
(1954), ο μικρός μας ήρωας υπάρχει σα φύσει και θέσει θεατής. Μαθαίνει
τη ζωή παρακολουθώντας τις καθημερινές, μικρές τελετουργίες των θαμώνων
του παρισινού σιδηροδρομικού σταθμού. Το σπίτι του βρίσκεται μέσα στα
τεράστια ρολόγια που διευθύνουν το συγχρονισμό των τρένων, τα παράθυρά
του στον κόσμο ανοίγουν ανάμεσα σε λεπτά και δευτερόλεπτα κι ενώ οι
μεγαλόπρεποι δείκτες τα προσπερνούν σαν αερικά. Ο παντοκράτορας Χρόνος
στρογγυλοκάθεται στο θρόνο του (όπως και στο σινεμά του Méliès, όπου το
ρολόι είναι ένα εκ των πλέον συχνών συμβόλων), ξεβολεύεται όμως εντός
της μεγάλης οθόνης, την μοναδικά βεβαιωμένη μορφή αθανασίας σε αυτόν τον
κόσμο.
Η επιλογή του Scorsese, που σιγά-σιγά
πλησιάζει τα εβδομήντα, είναι διπλά τολμηρή. Αφενός δοκιμάζει τον εαυτό
του για πρώτη φορά στο έδαφος της οικογενειακής ταινίας, αφετέρου
χρησιμοποιεί την τεχνολογία του 3D. Και θριαμβεύει εις διπλούν. Χτίζει
ένα φιλμ ενήλικου προβληματισμού, αλλά αγνής, παιδικής αθωότητας που
πηγάζει από (πού αλλού;) τον μεγάλο του έρωτα για την μαγεία του σινεμά.
Ταυτόχρονα, αριστεύει σε επίπεδο εικονογράφησης χωρίς καμία έκπτωση στο
γνωστό του σκηνοθετικό στιλ. Η αεικίνητη κάμερά του εκμεταλλεύεται
πλήρως τις τρισδιάστατες διαδρομές που σχεδίασε ο Martin κι εκτέλεσαν οι
πρωτοκλασάτοι συνεργάτες του (Robert Richardson στη φωτογραφία, Dante
Ferretti στην καλλιτεχνική διεύθυνση) λειτουργώντας έτσι κι ως η
επιβεβαίωση για τον εναγκαλισμό που επεφύλασσε ο σημαντικότερος εν ζωή
Αμερικανός δημιουργός στην τελευταία λέξη της τεχνολογίας. Έχοντας
συνδέσει το όνομά του με μια ολόκληρη σταυροφορία για τη διαφύλαξη και
συντήρηση της κινηματογραφικής κληρονομιάς, τώρα μοιάζει να αφιερώνει
ένα φιλμ σε αυτόν ακριβώς τον σκοπό.
Κι αν η σχέση του Hugo με τον πατέρα του
θυμίζει ανάλογα εγχειρήματα του Spielberg, ο Scorsese ξεγελά τους
πάντες αποκαλύπτοντας στο δεύτερο μισό τον αληθινό σκοπό της ταινίας
του: ο μικρός ήρωας δεν είναι παρά το όχημα για έναν συγκινητικό
αφιέρωμα στο Georges Méliès, τον πρώτο σκηνοθέτη που αντιλήφθηκε τη
στενή συγγένεια του κινηματογράφου με το όνειρο. Μπροστά στα μάτια μας
εκτυλίσσεται ένας ύμνος για την έμπνευση, την Τέχνη, τη δημιουργία με τα
απλά υλικά της καθημερινότητας – όσοι δυσπιστούν, ας παρακολουθήσουν
μερικά από τα έργα του Γάλλου πρωτοπόρου, τα «φτωχικά» τρικ του οποίου
μας αφήνουν ακόμα με το στόμα ανοιχτό με τον τρόπο που τα ακριβοθώρητα
CGI ποτέ δε θα πετύχουν.
Δεν είναι η πίστη σε μια ανώτερη ή
έξωθεν δύναμη που γεννά την αληθινή μαγεία, αλλά η δημιουργικότητα που
ενυπάρχει στον εδώ και τώρα εαυτό μας: ο Hugo θα κρεμαστεί από το
τεράστιο ρολόι όπως ακριβώς είδε τον Harold Lloyd στο πανί και θα ζήσει
την περιπέτεια στις γραμμές του τρένου όπως ακριβώς συνέβη στο όνειρό
του. Κι έχει τόσους φίλους για να τον προμηθεύουν με πρώτη ύλη – ο
Buster Keaton, ο Charlie Chaplin, ο Alfred Hitchcock, ο Martin Scorsese
και φυσικά ο Georges Méliès. Άλλοτε με σκηνές από κλασικά φιλμ ενταγμένα
οργανικά στην αφήγηση, άλλοτε με μια περιήγηση «πίσω από τις σκηνές»
παρακολουθώντας τον Méliès στα γυρίσματα, και πάντα με μάτια και καρδιά
ορθάνοιχτα στη μαγεία, το Hugo είναι η ταινία που θα γεννήσει σινεφίλ,
πιστούς επιβάτες στο ταξίδι για το όνειρο.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου