Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2013

OMAR (2013), του Hany Abu-Assad


Εν έτη 2005, ένα φιλμ με τον τίτλο
Paradise Now προκαλούσε αίσθηση στο φεστιβάλ του Βερολίνου. Καλογυρισμένο, αγωνιώδες και, πρωτίστως, στρατευμένο στο μήνυμά του, το - σχεδόν ξεχασμένο από το σημερινό ελληνικό κοινό - θρίλερ του Παλαιστίνιου Abu-Assad έφτασε μέχρι την Αμερική, κερδίζοντας μία Χρυσή Σφαίρα και μια οσκαρική υποψηφιότητα. Η απορρόφηση μιας πολιτικής, αντι-ιμπεριαλιστικής ιστορίας (δύο αδέλφια στρατολογούνται για αποστολή αυτοκτονίας εναντίον ισραηλινού στόχου) από τη βιομηχανία του Hollywood έθεσε δικαιωματικά ζήτημα πολιτικής αποτελεσματικότητας. Δυστυχώς αυτή η βαθύτατα κινηματογραφική, αν και ιδεολογική, αμφισημία εντείνεται ακόμα περισσότερο στο νέο φιλμ του σκηνοθέτη.  

Το Omar επιστρέφει στα βασικά σχήματα του προκατόχου του (η αντίσταση των Παλαιστινίων κατά του Ισραηλινού κατακτητή μέσα από μια ιστορία ανδρικής, αδελφικής φιλίας) και κατόρθωσε να ξεσηκώσει τον ανεπιφύλακτο ενθουσιασμό στις Κάννες (όπου συμμετείχε στο τμήμα "Ένα Κάποιο Βλέμμα"). Ο ρυθμός είναι σφιχτοδεμένος, το σασπένς συχνά καθηλωτικό, αλλά το συνολικό αποτέλεσμα καταλήγει σαφέστατα πιο συμβατικό στη φόρμα του από το προηγούμενο έργο του Abu-Assad. Η νευρική κινηματογράφηση μοιάζει πλέον το προϊόν ενός καλοζυγισμένου υπολογισμού, η ιστορία βρίθει από δυτικότροπα κλισέ στην ηρωοποίηση του κεντρικού χαρακτήρα και η σχηματική ψυχολογιοποίηση των προσώπων θυμίζει τα στοιχειώδη συστατικά ενός αμερικανικού θρίλερ. Προσθέστε στα παραπάνω την καλογυαλισμένη εικόνα που φέρνει στο νου ένα απαστράπτον βίντεο κλιπ, κι εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς γιατί η αίσθηση του κατεπείγοντος που χαρακτήριζε την αφήγηση του Paradise now, εδώ πάει περίπατο.  

Ωστόσο, θα χρειαστεί το τελευταίο πλάνο της ταινίας για να αντιληφθείς το καίριο σχόλιο του Abu-Assad. Η μετέωρη μοίρα του παλαιστινιακού λαού είναι το ιδανικό σκηνικό για να αποκαλυφθεί η φενάκη της αυτοδιάθεσης που ο φιλελεύθερος καπιταλισμός πουλάει σαν ελκυστικό προσωπείο. Οι ανθρώπινες, ατομικές ιστορίες είναι πάντοτε δέσμιες της μεγάλης Ιστορίας που, σε μεγάλο ή μικρό βαθμό, μας διαπερνά και μας ξεπερνά. Αυτή η βασική θέση του σκηνοθέτη αιτιολογεί επαρκώς την τοποθέτηση της ρομαντικής ιστορίας του Omar με τη Nadja στο κέντρο του φιλμ (δυστυχώς όχι και την κοινότυπη, κονσερβοποιημένη εξιστόρησή της). Παράλληλα, το Omar δε θα διστάσει να εικονογραφήσει πολυάριθμες πτυχές της ισραηλινής καταπίεσης κατά του Παλαιστινιακού λαού. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα στέκουν τα άγρια βασανιστήρια που (συμβολικά;) δεν αρκούν για να σβήσουν τη λαμπερή νιότη από το πρόσωπο του κεντρικού ήρωα. Σε αυτή τη γωνιά του πλανήτη, όμως, ο θάνατος παραμονεύει σε κάθε δρομάκι κι αδιαφορεί για τα απλά, καθημερινά σχέδια που σε άλλες περιοχές μοιάζουν εκ των ουκ άνευ. Το Omar φροντίζει να μας το θυμίζει συχνά πυκνά με μικρές επιλογές, όπως η ιστορία της γιαγιάς που πέθανε από ιατρικό λάθος στα ενενήντα δύο της χρόνια - μια τύχη ολότελα "ξένη" με εκείνη που ο αγώνας για απελευθέρωση επιφυλάσσει στους νεαρούς πρωταγωνιστές.

Και κάπως έτσι, οδηγούμαστε στο τελευταίο πλάνο. Εκεί όπου το φιλμ ξεκαθαρίζει πως δεν πρόκειται να προσποιηθεί ουδετερότητα, ούτε να αναλωθεί σε ψευτο-ουμανιστικές διακηρύξεις περί ειρήνης κι ομόνοιας. Ο Abu-Assad γνωρίζει από πρώτο χέρι την πολιτική κατάσταση του τόπου του και διαλέγει στρατόπεδο, όχι σιωπηρά, αλλά με κραυγή πολέμου. Το τελικό μήνυμα είναι η ασίγαστη οργή και το κάλεσμα στα όπλα. Το ζήτημα όμως που προκύπτει είναι κατά πόσο αυτό το μήνυμα κατορθώνει να ανατρέψει εκ των έσω την εντελώς λεία, λυτρωτική φόρμα της ταινίας ή τελικά πέφτει θύμα της φτάνοντας στο θεατή μουδιασμένο κι αφοπλισμένο.  

Αχιλλέας Παπακωνσταντής

** ½


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου