Η μικρή ή μεγάλη ζωή μας είναι στο σύνολό της χρόνος. Προσδιορίζεται συνεπώς χρονικά από μία διάρκεια, τελείως υποκειμενική. Μεγάλη και αβάσταχτη ζωή για τους βασανισμένους από έγνοιες, μικρή και σύντομη για τους μακάριους. Η διάρκεια, που προσδιορίζει το χρόνο, προσδιορίζεται με τη σειρά της από ένα απόλυτο χρονικό μέγεθος με τρόπο τέτοιο που να δίνει νόημα στην υποκειμενικότητά της. Ακόμη κι αν οι διάρκειες δύο τελείως διαφορετικών ζωών συμπίπτουν ως απόλυτα χρονικά μεγέθη, σίγουρα δε θα συμπίπτουν ως προς την υποκειμενική αντίληψη για τη διάρκεια της καθεμιάς.
Το μεγαλύτερο χαρακτηριστικό του χρόνου είναι η αέναη κίνησή του. Προς τα μπρος, διότι ο χρόνος δε γυρνάει ποτέ. Το πιο οδυνηρό όμως είναι πως πρόκειται για άθροισμα στιγμών. Οδυνηρό, καθώς οι στιγμές χάνονται γρηγορότερα. Όσο αργά κι αν κινηθείς για να κουμαντάρεις το χρόνο, τόσο πιο γρήγορα οι στιγμές του θα χάνονται μακριά σου. Η μνήμη είναι ο ανοιχτός τάφος του χρόνου. Αν οι επιλογές μάς καθορίζουν, τότε τίποτα δεν μπορεί να είναι πιο εφιαλτικό, παρά η στέρησή μας από αυτές. Αν ένα πρωί ξυπνήσουμε δίχως βούληση, δε θα έχει χαθεί η ζωή μας (δηλαδή η διάρκειά, δηλαδή ο χρόνος, δηλαδή οι στιγμές της ) αλλά ο άχρονος εαυτός μας, η προσωπικότητά μας. Θα πρέπει να ζήσουμε ή, καλύτερα, να επιβιώσουμε σε έναν κόσμο χωρίς επιλογή. Ούτε καν την επιλογή να πεθάνουμε, να διαλέξουμε την αντικειμενική και υποκειμενική διάρκεια της ζωής που μας χαρίστηκε δίχως να τη ζητήσουμε.
Δε σας θυμίζει κάτι, ελπίζω.
Σε μια κοινή θέση για την αριστοτελική και τη σεξπιρική αντίληψη που, κατά τ’ άλλα, απέχουν παρασάγγας μεταξύ τους, ο τραγικός ήρωας ήταν αυτό ακριβώς: ένας καταπιεσμένος, ένας άνθρωπος ελεγχόμενος (από τους θεούς, την κοινωνία ή την πολιτεία) που ζούσε τη ματαιότητά του μέχρι το τέλος. Το τέλος που ήθελαν οι άλλοι γι’αυτόν. Στις τραγωδίες, μια ολόκληρη κουλτούρα αφιερωνόταν στον κατατρεγμένο. Τα δεινά του τραγικού ήρωα εκκινούσαν από τον ίδιο. Ο Αριστοτέλης υποστήριζε την πλοκή έναντι του χαρακτήρα ο οποίος ήταν έρμαιο των παθών και των κινήτρων του, με την προσωπική επιλογή να διευκολύνει απλώς τον τραγωδό, βαραίνοντας τη συνειδητοποίηση της μη τελειότητας του ανθρώπου απέναντι στην πλοκή/στους θεούς, πριν την κάθαρση του φόβου και του ελέους. Ο ήρωας σπανίως συναντούσε το θάνατο, σε αντίθεση με τον Σέξπιρ όπου χειρότερη από το θάνατο έμοιαζε μονάχα η βεβαιότητά του. Ευτυχέστερη κατάληξη λοιπόν ο θάνατος, αν το αναλογιστεί κανείς.
Ο τραγικός ήρωας είναι η μάζα του σήμερα. Η ιστορία του δεν προκαλεί εντύπωση, οι κακουχίες του καταπίνονται στο πρωινό ξύπνημα κάθε ημέρας της υποκειμενικά μεγάλης ή μικρής ζωής του, οι θεοί που είναι εναντίον του μπορεί να μην προκαλούν το ίδιο δέος, είναι όμως ισχυρότεροι και, φυσικά, περισσότερο υπαρκτοί. Είναι ο εφιάλτης μιας γενιάς τραγικών ηρώων, μιας γενιάς στερούμενης επιλογών και μέλλοντος. Στην ιστορία τριών παιδιών που αφηγείται την ιστορία μιας γενιάς, κανείς δεν μπορεί να κοιτάξει στα μάτια την Κάθι, τη Ρουθ και τον Τόμι από το οικοτροφείο Χάιλσαμ και να τους πει πως εδώ που γεννήθηκαν, ο χρόνος μετράει αντίστροφα για να ανταλλάξουν το θνητό τους καθήκον με την ευημερία των άλλων. Στο εφιαλτικό μέλλον μιας κοινωνίας που ενηλικιώνεται αναπαράγοντας την απάθεια και τη μαλθακότητα, η παρέα των 3 νέων δεν απαντά με αντίσταση, δεν συνθλίβει τα δεδομένα με τη δίψα της για ζωή. Υποδουλώνεται ταπεινά σε αυτό που γνώρισε ως μοίρα δίχως να ψάχνει την τύχη, αλλά ελπίζοντας για την εύνοιά της. Όσο ο θάνατος γίνεται εγγύτερος, το ένστικτο υπαγορεύει την επιλογή. Και τίποτα δεν αποκτά νόημα πριν οριοθετηθεί χρονικά. Η απεραντοσύνη της διάρκειας γίνεται χρόνος πεπερασμένος, γίνεται ελπίδα, όχι μιας αιώνιας ζωής αλλά μιας ζωής ενός αιώνα. Γίνεται η βεβαιότητα του φυσικού θανάτου και η μάχη της προσωπικότητας έναντι στο χρόνο. Γίνεται έρωτας που μετριέται με το χρόνο. Γίνεται δύο ζωές και ξανά μία. Γίνεται βαθύ σημάδι στο πρόσωπο, γίνεται απελπισία στη ματιά μιας ζωής στην κατηφόρα.
Κι αν όλα αυτά δεν είναι παρά μια ανάγνωση ενός από τα σπουδαιότερα σύγχρονα λογοτεχνικά αριστουργήματα από τον Καζούο Ισιγκούρο, ο Μαρκ Ρόμανεκ το κάνει ιδανικό σινεμά: όπως κάθε κινηματογραφική ιστορία που θέλει να καταπιαστεί με τα μέγιστα ερωτηματικά της ζωής, ο έρωτας είναι η καθαρτήρια ελπίδα της τραγωδίας των ηρώων της. Για λίγο, για όσο χρειάζεται το φόβο μιας ιστορίας που στριφογυρνάει γνώριμες αλήθειες στο κεφάλι μας, ο έρωτας μπορεί να σώσει τον ήρωα. Τον ήρωα, χωρίς τις επιλογές του. Συνεπώς μια σωτηρία κάλπικη, στιγμιαία, πνιγηρή και ματαιόδοξη, που θα γδυθεί το μανδύα της και θα εμφανίσει τη βεβαιότητα του θανάτου ξανά από την αρχή. Μέχρι να έρθει η ώρα που φαντάζει ως της επιλογής, τα φορεμένα χαμόγελα μιας ζωής στην υποταγή, μιας ζωής που τόλμησε να αναρωτηθεί πώς είναι η αγάπη δίχως τη μαγικά ουτοπική ελευθερία του χρόνου, μιας ζωής που επέτρεψε στην ελπίδα να θανατωθεί από το πεπρωμένο, θα μας προετοιμάζουν για τη μεγαλειώδη εσωτερική μας διάλυση.
Πάνος Τράγος