
Υπάρχει μια θετική σκέψη πίσω από το Rabbit Hole. Αν ο δρόμος της απώλειας τείνει προς την οργή και την εκδίκηση, τότε αναπόφευκτα προδίδει μια ροπή αυτοκαταστροφής για τον φορέα της. Υπάρχει όμως κι άλλο μονοπάτι. Αυτό της συγχώρεσης, της συμπάθειας και της βαθύτερης κατανόησης. Φυσικά, ο πόνος και η θλίψη είναι απαραίτητες συγχορδίες σε οποιονδήποτε σκοπό κι αν επιλέξουμε να εντάξουμε το θρήνο μας. Ο Cameron Mitchell το γνωρίζει αυτό και δεν περιβάλλει το πρωταγωνιστικό του ζευγάρι με το μανδύα του υπεράνθρωπου. Ο Howie και η Becca είναι βαθύτατα πληγωμένοι και η μεταξύ τους αποξένωση δεν είναι παρά η διαδραστική έκφραση του τραύματός τους. Λιγομίλητα και χαμηλότονα, θα φωνάξουν βέβαια όταν η αφορμή θα είναι ασφυκτική, αλλά τη περισσότερη ώρα απλά θα σκαρδαμύσσουν τα μάτια τους και θα μοιραστούν το σταυρό, που ποτέ δε θα τον ξεφορτωθούν, όπως θα διαβεβαιώσει η – εκπληκτική – Dianne Weist στα τελευταία λεπτά. Δεν επιδαψιλεύουν τα άλγη τους προς τέρψη του φιλοθεάμονος κοινού. Είναι δεδομένο ότι περνούν τις μέρες τους με κύρια ενασχόληση την αναπόληση του διαρρεύσαντος χρόνου, της κάθε στιγμής που ο μικρός τους γιος ήταν παρών. Το φιλμ δε θέλει να μας ταλαιπωρήσει με σκηνές που – λίγο ή πολύ – έχουμε ξαναδεί και πληκτικά αναμένουμε. Θα συγκεντρώσει την προσοχή του στην αναζήτηση του μέλλοντος, στο πώς οι δυο ήρωες, απομακρυσμένοι όσο ποτέ μα ενωμένοι κάτω από την κοινοκτημοσύνη της απώλειας, θα επιχειρήσουν να βρουν – στα τυφλά ίσως, λογικό άλλωστε – μια νέα αρχή. Το μάθημά τους, αναπόδραστα επίπονο, φαντάζει εύγλωττο. Η ζωή δε συνεχίζεται απλά. Προχωράει κουβαλώντας όλα τα επίκτητα βάρη της.
Θαυμάζοντας την απλότητα και την εγκράτειά του, το Rabbit Hole είναι ένα από τα φιλμ που σχεδόν «κλέβουν» τη συμπάθειά σου ή, καλύτερα, το σεβασμό σου. Ωστόσο, η διαφορά του με τις ταινίες που θριαμβευτικά κερδίζουν το θαυμασμό σου βρίσκεται στη δειλία που, αδικαιολόγητα ίσως, επιδεικνύει ο - προκλητικός κατά το παρελθόν - σκηνοθέτης στο επίπεδο της συναισθηματικής ταύτισης με το κοινό του. Υπάρχει απόσταση ανάμεσα στο να εκφράζεσαι συγκρατημένα εντός της αφήγησής σου και στη συγκρατημένη, χαλαρή επίπτωση που αυτή μπορεί να έχει στο θυμικό του θεατή. Δυστυχώς ο Cameron Mitchell μοιάζει να δέχεται το δεύτερο ως αναγκαίο αποτέλεσμα του πρώτου, διαπίστωση που κερδίζει την αξιοπιστία της με την αντιστοίχιση του εντός (ταινία) κι εκτός (κοινό) των δρώμενων σοκ που χαρακτήριζε το προηγούμενο έργο του (βλ. Shortbus). Μερίδιο της ευθύνης ίσως φέρουν και οι ηθοποιοί που παρά τις αξιόλογες ερμηνείες τους, δε χαράσσουν τα ίχνη της εσωτερικής του πάλης στο μνημονικό μας. Λίγα χρόνια πριν, την άνοιξη του 2004, κυκλοφορούσε σε λιγοστές αθηναϊκές αίθουσες το ντεμπούτο ενός άσημου Βέλγου ονόματι Thomas De Thier. Το Des Plumes Dans La Tete, όντας άκρως συγγενικό με το Rabbit Hole, κατόρθωνε όλα όσα το τελευταίο αποτυγχάνει: μέσα από τη (λυρική) σεμνότητά του απελευθέρωσε την απώλεια, το τέρμα, τη θνητή φύση του ανθρώπου στις πραγματικές τους διαστάσεις.
Αχιλλέας Παπακωνσταντής