Το Jersey Boys συνιστά μια ενδιαφέρουσα προσθήκη στην ογκώδη φιλμογραφία του Eastwood όχι τόσο χάρη στην πρωτοτυπία του είδους του - τα Honkytonk Man και Bird είχαν ήδη δείξει την έλξη του για το πάντρεμα κινηματογράφου και μουσικής - αλλά σε εκείνη της φόρμας του. Σκορσεζικός στην αφήγησή του (βλέπε το voice over και τους μονολόγους που θρυμματίζουν επανειλημμένως τον τέταρτο τοίχο) και γουντιαλλενικός στο χιούμορ του (χάρη στην πένα του Marshall Brickman, συν-σεναριογράφου των Annie Hall, Manhattan και Manhattan Murder Mystery), καταφέρνει ακόμα να εκπλήσσει με τη φρεσκάδα του, στην πέμπτη αισίως δεκαετία της καριέρας του πίσω από την κάμερα. Ωστόσο, αφηγούμενο την άνοδο και την πτώση του Frankie Valli και του συγκροτήματος που τον ανέδειξε, The Four Seasons, το φιλμ αρνείται επίμονα να προσπεράσει τη γυαλιστερή του επιφάνεια προς όφελος ενός βαθύτερου σχολίου για την βιομηχανία του θεάματος που εξακολουθεί να ξελογιάζει τη φτωχή νεολαία στις δυο πλευρές του Ατλαντικού. Διδακτικό στα κοινωνικά του μηνύματα κι εν τέλει πλήρως μυθο-ποιητικό, το Jersey Boys καταλήγει πληκτικά τυποποιημένο στην απεικόνιση της παρασκηνιακής show biz. Το ευτύχημα είναι πως ευλογείται μερικών εξαίσιων ερμηνειών (John Lloyd Young και Vincent Piazza στην πρώτη γραμμή, με τον Christopher Walken να κλέβει την παράσταση στην ολιγόλεπτη παρουσία του), ενώ καταφέρνει να εντάξει πλήρως τα «πιασάρικα» μουσικά ιντερλούδια στην εξέλιξη της διήγησης. Αν είχε κυκλοφορήσει πέντε-έξι δεκαετίες νωρίτερα, ίσως να είχε μεγαλύτερη τύχη - τουλάχιστον εμπορικά. Σήμερα, μάλλον θα ξεχαστεί γρήγορα. Αν όμως είστε φίλος των The Four Seasons, η προβολή θα σας αποζημιώσει εύκολα.
**
Αχιλλέας Παπακωνσταντής